- γεωθερμική ενέργεια
- Εναλλακτική μορφή ενέργειας η οποία χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ισχύος καθώς και σε άμεσες εφαρμογές θέρμανσης όπως για παράδειγμα στη θέρμανση χώρων και σε βιομηχανικές διαδικασίες ξήρανσης. Πηγή της γ.ε. είναι η ζέστη που παράγεται στον φλοιό και στον ανώτερο μανδύα της Γης λόγω της διάσπασης ραδιενεργών στοιχείων. Η ζέστη αυτή μεταφέρεται στην επιφάνεια της Γης μέσω διάχυσης και μέσω της κίνησης μάγματος και υπόγειων υδατικών συστημάτων. Η πρώτη περίπτωση χρήσης γ.ε. ήταν στην Τοσκάνη της Ιταλία όπου η παραγωγή ενέργειας συνεχίζεται έως σήμερα. Άλλες χώρες όπου γίνεται χρήση γ.ε. είναι η Ουγγαρία, η Ισλανδία και οι ΗΠΑ.
Dictionary of Greek. 2013.